Είναι καθολικά αποδεκτό -εδώ και αιώνες- πως για να βιώσει κανείς την οικονομική του ανεξαρτησία θα πρέπει να αναζητήσει βιοποριστικές οδούς.
Πόσο μάλλον, εάν επιθυμεί να κατοικεί μόνος του, με τους δικούς του όρους και κανόνες, όντας ώριμος πια να αντεπεξέλθει στις καθημερινές του ανάγκες. Ένα τόλμημα για πολλούς, τη στιγμή που θα έπρεπε να αποτελεί υποχρεωτικό άλμα προσωπικής εξέλιξης.
Ωστόσο δεν είναι όλοι ίδιοι ούτε στο χαρακτήρα ούτε στις προσλαμβάνουσες παραστάσεις. Γι’ αυτό και, τις φορές που τα δύο αυτά ζητήματα, εργασία και ανεξάρτητη ζωή, εμφανίζονται ταυτόχρονα, οι περισσότεροι νέοι άνθρωποι σαστίζουν.
Αν δεχτούμε, όμως, ότι η εύρεση εργασίας είναι προαπαιτούμενο για την εύρεση κατοικίας θα ήταν προτιμότερο να εκκινήσουμε την ανάλυσή μας από το πρώτο.
Η εργατικότητα είναι σίγουρα μια κίνηση της ψυχής του ανθρώπου που υπάρχει έμφυτη. Κάθε άτομο επιζητά την παραγωγή έργου. Είναι, εν τέλει, μια αρετή κοινωνικά αποδεκτή και ζητούμενη!
Από την αρχαιότητα, ο μεγάλος Ησίοδος στο διδακτικό του έπος «Ἔργα καὶ ἡμέραι» παροτρύνει τους κάθε εποχής αποδέκτες «ἐργάζευ» που σημαίνει «να εργάζεσαι».
Επίσης, ο σπουδαιότερος δάσκαλος όλων των εποχών -ποιος μπορεί να το αμφισβητήσει άραγε;- ο επικός ποιητής Όμηρος στην Ιλιάδα (Ι, 443) συμπυκνώνει τη θέση του αναφορικά με το ανδρικό ιδεώδες στη φράση: «μύθων τε ῥητήρ ἔμεναι πρηκτῆρά τε ἔργων». Αυτό σημαίνει ότι ένας άνδρας την εποχή εκείνη θεωρούνταν άξιος, εφόσον συνδύαζε την αρετή της ευγλωττίας όσο και της αποτελεσματικότητας στα έργα του (τότε κυρίως πολεμικά).
Ας το μελετήσουμε, ωστόσο, και εξ αντιθέτου. Ποιος άνθρωπος λογικός και νοήμων θα μπορούσε να αντέξει για καιρό χωρίς να εργάζεται ή έστω να δουλεύει; Σίγουρα όλοι κάποτε περνούν τη φάση της άρνησης απέναντι στην εργασία, ιδιαίτερα αν ο εργασιακός φόρτος είναι δυσβάστακτος ή όταν η δουλειά έχει καταστεί δουλεία (άλλωστε οι δυο λέξεις είναι σημασιολογικά συγγενείς ως ομόρριζες).
Σε πρόσφατη συνέντευξή του ο Δημήτρης Αποστολάκης από το μουσικό συγκρότημα «Χαΐνηδες» στην ερώτηση που κλήθηκε να απαντήσει για το τι θα συμβούλευε τους νέους ανθρώπους σχετικά με την εργασία, απάντησε: “Θα έλεγα και θα τους προέτρεπα να μην δουλέψουν ποτέ, γιατί η δουλειά είναι το πιο ανήθικο πράγμα και παράλληλα να εργαστούν σκληρά και με συνέπεια“.
Ένα από τα καλά της κρίσης είναι πως μας έκανε πιο σκεπτόμενους σε ζητήματα που τα θεωρούσαμε σχεδόν λυμένα, όπως αυτό της εργασίας. Η προηγούμενη γενιά στόχευε αποκλειστικά και μόνο -πλην εξαιρέσεων- στην εργασιακή μονιμότητα, ευκαιρία που παρείχε αποκλειστικά και μόνο ο -σημαντικότατος κατά τα άλλα- δημόσιος τομέας.
Γι’ αυτό και πολλοί άνθρωποι, όταν κατέκτησαν την πολυπόθητη θέση -και μάλιστα με χίλιους κόπους- δεν πέρασε πολύς καιρός και ματαιώθηκαν. Άρχισαν, λοιπόν, να «το ρίχνουν» στην πασιέντζα, στο «Στοίχημα» και στην κοπάνα. Στην καλύτερη περίπτωση έκαναν ιώβεια υπομονή μέχρι τη λήξη του ωραρίου τους, ώστε να ζήσουν το δεύτερο μέρος της «διπλής» ζωής τους μέσα από χόμπι και λοιπές αναζωογονητικές ενασχολήσεις.
Σκεπτόμενοι τα παραπάνω αναλογιζόμαστε ότι πολλοί συνάνθρωποί μας μάλλον δουλεύουν για να βγάζουν ένα μεροκάματο και να αράζουν… Ενδεχομένως στους περισσότερους να λείπει το μεράκι, η δημιουργικότητα και το θάρρος να ψάξουν αυτό που τους γεμίζει.
Κάποιοι τα έθαψαν μέσα μας και μας πλασάρουν ένα μοντέλο ζωής, όπου τα πάντα μετριούνται με το χρήμα, ακόμα και η ευτυχία. Ας ψάξουμε, λοιπόν μέσα μας να ξαναβρούμε την αγάπη για τη ζωή και όχι την υποχρεωτική ύπαρξη. Πρέπει, όμως, πρώτα να σεβαστούμε τον εαυτό μας.
Νιώθεις έτοιμος να κάνεις ένα νέο ξεκίνημα; Δες εδώ